χθαμαλότης

χθαμαλότης
χθᾰμᾰλότης, ητος, ,
A lowness, flatness, Theon Sm.p.124 H., Dexipp. p.184 D., Eust.833.35.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • χθαμαλότητα — χθαμαλότης lowness fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χθαμαλότητι — χθαμαλότης lowness fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χθαμαλότητος — χθαμαλότης lowness fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χθαμαλότητα — η / χθαμαλότης, ότητος, ΝΜΑ [χθαμαλός] το να είναι κανείς χθαμαλός, η ιδιότητα τού χθαμαλού …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”